ιστορία

Úr Wikiorðabók, frjálsu orðabókinni

Gríska


Grísk fallbeyging orðsins „ιστορία“
Eintala
(ενικός)
Fleirtala
(πληθυντικός)
Nefnifall (ονομαστική) ιστορία ιστορίες
Eignarfall (γενική) ιστορίας ιστοριών
Þolfall (αιτιατική) ιστορία ιστορίες
Ávarpsfall (κλητική) ιστορία ιστορίες

Nafnorð

ιστορία (kvenkyn)

[1] saga
Framburður
IPA: [istɔˈɾia]
Afleiddar merkingar
ιστορικός, προϊστορία
Tilvísun

Ιστορία er grein sem finna má á Wikipediu.
Λεξικό της κοινής νεοελληνικής „ιστορία
Greek Corpus „ιστορία