Fara í innihald

άλγεβρα

Úr Wikiorðabók, frjálsu orðabókinni

Gríska


Grísk fallbeyging orðsins „άλγεβρα“
Eintala
(ενικός)
Fleirtala
(πληθυντικός)
Nefnifall (ονομαστική) άλγεβρα
Eignarfall (γενική) άλγεβρας
Þolfall (αιτιατική) άλγεβρα
Ávarpsfall (κλητική) άλγεβρα

Nafnorð

άλγεβρα (kvenkyn)

[1] algebra
Framburður
IPA: [ˈalʝɛvɾa]
Afleiddar merkingar
αλγεβρικός
Tilvísun

Άλγεβρα er grein sem finna má á Wikipediu.
Λεξικό της κοινής νεοελληνικής „άλγεβρα
Greek Corpus „άλγεβρα