φάλαινα

Úr Wikiorðabók, frjálsu orðabókinni

Gríska


Grísk fallbeyging orðsins „φάλαινα“
Eintala
(ενικός)
Fleirtala
(πληθυντικός)
Nefnifall (ονομαστική) φάλαινα φάλαινες
Eignarfall (γενική) φάλαινας φαλαινών
Þolfall (αιτιατική) φάλαινα φάλαινες
Ávarpsfall (κλητική) φάλαινα φάλαινες

Nafnorð

φάλαινα (kvenkyn)

[1] hvalur
Framburður
IPA: [ˈfalɛna]
Afleiddar merkingar
φαλαινοθήρας, φαλαινοκαρχαρίας
Tilvísun

Φάλαινα er grein sem finna má á Wikipediu.
Λεξικό της κοινής νεοελληνικής „φάλαινα
Greek Corpus „φάλαινα