θάνατος

Úr Wikiorðabók, frjálsu orðabókinni

Gríska


Grísk fallbeyging orðsins „θάνατος“
Eintala
(ενικός)
Fleirtala
(πληθυντικός)
Nefnifall (ονομαστική) θάνατος θάνατοι
Eignarfall (γενική) θανάτου θανάτων
Þolfall (αιτιατική) θάνατο θανάτους
Ávarpsfall (κλητική) θάνατε θάνατοι

Nafnorð

θάνατος (karlkyn)

[1] dauði
Framburður
IPA: [ˈθanatɔs]
Afleiddar merkingar
θανάσιμος, θανατηφόρος, θανατώνω, θνητός, αθάνατος
Tilvísun

Θάνατος er grein sem finna má á Wikipediu.
Λεξικό της κοινής νεοελληνικής „θάνατος
Greek Corpus „θάνατος